Ελληνική λογοτεχνία

'Η ζωή είναι πολύ σύντομη για τα καλά βιβλία, πρέπει να διαβάζουμε μόνο εξαιρετικά βιβλία''. Τίμπορ Φίσερ (Under the frog)

Tuesday, January 30, 2007

 

(20) αδικημένα βιβλία 2006 (μέρος 9ο)


Νο. 10, Η ήσυχη και άλλα διηγήματα, Λάκης Παπαστάθης (εκδόσεις ΝΕΦΕΛΗ)

Είκοσι επτά διηγήματα σε μόλις 150 σελίδες συνιστούν την απόλυτη αφαιρετική γραφή. Το πέτυχε, με ομολογουμένως άριστο τρόπο ο Λάκης Παπαστάθης στη συλλογή του ’’Η ήσυχη και άλλα διηγήματα’’ (εκδόσεις ΝΕΦΕΛΗ) ένα άριστο δείγμα σύντομης γραφής. Το alter ego του λογοτέχνη Παπαστάθη είναι κινηματογραφικός σκηνοθέτης και ίσως από εκεί αντλεί την ικανότητα να λέει πολλά με γρήγορο τρόπο, ταχύτητα εικόνων και μάλλον ’’κινηματογραφικό’’ παρά λογοτεχνικό λόγο. Ο Παπαστάθης αντλεί το μεγαλύτερο μέρος της έμπνευσης αλλά και το σύνολο των χαρακτήρων του από τις μεγαλουπόλεις και τους ανθρώπους που τις κατοικούν ή απλά τις περπατάνε. Η μοναξιά, η ερωτική απογοήτευση, τα παιχνίδια της τύχης και του χρόνου είναι στην πραγματικότητα τα θέματα που έρχονται σε πρώτο πλάνο. Φυσικά, οι κινηματογραφικές επιρροές του συγγραφέα δεν κρύβονται εύκολα αφού αντλεί έμπνευση και από την τέχνη του. Γίνονται παραπάνω από αντιληπτές στο διήγημα που έδωσε τον τίτλο του στη συλλογή αλλά και σε ορισμένα ακόμη με αναφορές στον Βισκόντι, τον Φριτς Λανγκ, τις Άγριες Φράουλες του Μπέργκμαν ή στον παλιό καλό ελληνικό κινηματογράφο. Δυστυχώς, το βιβλίο με την ταχύτητα του υστερεί κτυπητά στην πλοκή, η οποία επίσης κινείται σε μινιμαλιστικές φόρμες. Ο Παπαστάθης, πάντως, κατορθώνει να πείσει στα διηγήματα που χρησιμοποιεί πρωτοπρόσωπη αφήγηση ότι δεν γράφει βιωματικά ή αυτοβιογραφικά κάτι σημαντικό για μη έμπειρο λογοτέχνη. Δεν εκβιάζει με φτηνά κλισέ την προσήλωση ή την ταύτιση του αναγνώστη αλλά την απαιτεί με τη γραφή του, η οποία είναι και το δυνατό σημείο του. Από τα 27 διηγήματα και από μια κλίμακα που λογικά αρχίζει από τα ’’αδιάφορα’’ και καταλήγει στο ’’εξαιρετικά’’ ξεχωρίζουν εκτός από την Ήσυχη και τα εξής: ’’Απογευματινή βόλτα στο βουνό’’ (ένας άντρας προς το τέλος της ζωής του ’’περπατάει στον παράδεισο χωρίς να έχει πεθάνει’’), ’’Σπίτια ταξιδεύουν’’ (οικογενειακές και προσωπικές αναμνήσεις πριν την κατεδάφιση ενός σπιτιού), ’’Ζεϊμπέκικο του Γιάννη’’ (ανεκπλήρωτες υποσχέσεις ενός ηλικιωμένου στη νεαρή του σύζυγο), ’’Φωνή στο Θέατρο’’ (μια σχολική παράσταση βασισμένη στους Πέρσες του Αισχύλου που δεν θα γίνει ποτέ), ’’Σκοτεινός θάλαμος’’ (ένα από τα πολλά φλας μπακ που επιχειρεί ο Παπαστάθης, στο συγκεκριμένο διήγημα με θέμα την εξορία στην Μακρόνησο), ’’Πρωτομαγιά’’ (ερωτικές ανησυχίες σε μια κομματική συνάθροιση), ’’’Μικροί Ήρωες’’ (ηρωϊσμοί που θυμίζουν φαρσοκωμωδία την περίοδο της χούντας). Αν την πλειοψηφία των διηγημάτων δεν διέκρινε η προβληματική πλοκή που παρά το μικρό μέγεθος τους κινείται αργά (ορισμένες φορές και καθόλου) τότε η συγκεκριμένη συλλογή θα τύγχανε (νομίζω) μεγαλύτερης αναγνωστικής και κριτικής αποδοχής.

Νο. 9, Δωμάτιο παντού, Γιάννης Ευσταθιάδης (εκδόσεις ΜΕΛΑΝΙ)

Ορισμένες φορές οι (δικαιολογημένοι) κριτικοί ύμνοι δεν συμβαδίζουν με την εμπορική επιτυχία. Ίσως, γιατί τα κριτικά ’’φάλτσα’’ σε πολλές περιπτώσεις κάνουν τους υποψήφιους αναγνώστες καχύποπτους. Ίσως γιατί ορισμένοι συγγραφείς δεν έχουν αποκτήσει τόσο μεγάλο προσωπικό κοινό που να τους δίνει την τελική ώθηση μέχρι τη λίστα των ευπωλήτων. Εκεί δηλαδή που δεν εμφανίσθηκε ποτέ μέσα στο 2006 η δουλειά του Γιάννη Ευσταθιάδη ’’Δωμάτιο παντού’’ (εκδόσεις ΜΕΛΑΝΙ). Ο Ευσταθιάδης γνωστός και ως Απίκιος (όταν γράφει βιβλία για τη γεύση) έχει κατά διαστήματα ασχοληθεί με την ποίηση, τη μουσική, τη δοκιμιογραφία ή το παιδικό βιβλίο. Στη συλλογή με τα δεκαεπτά διηγήματα μοιάζει να έχει κάνει ένα συγκερασμό όλων των ειδών και των ερεθισμάτων από τις προηγούμενες δουλειές του αφού για παράδειγμα ορισμένες από τις ιστορίες του διαδραματίζονται σε…εστιατόρια! Και εδώ έχουμε να κάνουμε με μια ολιγοσέλιδη συλλογή (17 διηγήματα σε 140 σελίδες) που παίζει με τη μοναξιά, τον χρόνο και τη…γαστριμαργία. Σε σχέση με το βιβλίο του Παπαστάθη η συλλογή του Ευσταθιάδη είναι καλύτερη στον ’’σεναριακό’’ τομέα αφού υπάρχουν ορισμένες στιγμές υπέροχης έμπνευσης, ενώ η γραφή του κινείται επίσης σε εξαιρετικά επίπεδα. Και ο Ευσταθιάδης κερδίζει ακόμη περισσότερους πόντους γιατί κατορθώνει μέσα από μπουκιές φαγητού, εντυπωσιακές πιατέλες εστιατορίων, βασιλόπιτες, ζωντανούς αστακούς και άλλα τινά εύγευστα να πει και να περάσει τα μηνύματα που ερμηνεύονται ποικιλότροπα και σε πολλά επίπεδα. Στο ’’Δωμάτιο παντού’’ χάρη στη σφικτή αφήγηση του Ευσταθιάδη και την καλή σύλληψη ιδεών είναι δύσκολο να ξεχωρίσεις κάποιο ή κάποια από τα δεκαεπτά διηγήματα. Το κάθε ένα έχει τη χάρη και την ομορφιά του. Το ’’Ενυδρείο’’, για παράδειγμα, μετατρέπει τον…αστακό σε εφιάλτη ενός μοναχικό χορτασμένου θαμώνα εστιατορίου. Στο ’’Βιολοντσέλο’’ η ερωτική συνέρευση ενός μοναχικού ταξιδιώτη σε ένα απρόσωπο δωμάτιο ξενοδοχείου της Βιέννης με μια εικοσάχρονη Κινέζα πόρνη αλλά και φοιτήτρια σε μουσική ακαδημία περιγράφεται απολύτως…μουσικά και διόλου προκλητικά. Στη ’’Φωτογράφιση’’ μαθαίνουμε τη σχεδόν άγνωστη δουλειά του…food-stylist αυτού δηλαδή που δημιουργεί (κυριολεκτικά και με απίθανα κόλπα) οπτικά υπέροχα πιάτα για να τα…φωτογραφίσει για τους καταλόγους εστιατορίων και ο οποίος καταλήγει σε κρίση ταυτότητας, ενώ στο ’’Ένα κουβέρ’’ ο Ευσταθιάδης δίνει οδηγίες σε μοναχικούς θαμώνες εστιατορίων. Στο ευφάνταστο ’’Βιογραφικό’’ η θαμώνας του εστιατορίου μια ανέραστη γυναίκα μέσης (και βάλε) ηλικίας μας μαθαίνει πως υποδύεται –για τις ανάγκες ηχογραφήσεων- την παθιασμένη ερωτικά. Στο καταληκτικό διήγημα που χαρίζει τον τίτλο του σε όλη τη συλλογή ο Ευσταθιάδης αλλάζει ξαφνικά λογική και ασχολείται με τα παιχνίδια της μνήμης. Νωρίτερα στο Ρέκβιεμ, ο Ευσταθιάδης δοκιμάζεται στο μπλακ χιούμορ με αφορμή την αυτοκτονία ενός σεφ. Αν θα έπρεπε να διαλέξω ένα από τα διηγήματα και να προτείνω σε κάποιον να διαβάσει μόνο αυτό θα διάλεγα τον ’’Συνοδό της νύχτας’’ όπου μόνιμη παρέα στις εξόδους ενός παράνομου ζευγαριού είναι ένας νοικιασμένος αμίλητος κομπάρσος που τελικά καταλήγει…(αλλά ας μην το μαρτυρήσω καλύτερα και χαλάσω το σασπένς της μικρο-ανατροπής). Μοναδική ένσταση μου (ελάχιστη σε σχέση με τη δεδομένη ποιότητα της δουλειάς) ότι οι λιγότερο υπομονετικοί αναγνώστες κινδυνεύουν να κουραστούν από την γαστριμαργική θεματολογική επιλογή του Ευσταθιάδη και να μην εμβαθύνουν έγκαιρα στα καλά κρυμμένα νοήματα και στις βαθύτερες ερμηνείες που θέλει να δώσει μέσα από το….φαγητό ο συγγραφέας. Σε μια αποστροφή του λόγου και της γραφής πάντως πρόκειται για ένα βιβλίο που σίγουρα….ανοίγει την όρεξη! Αναγνωστικά ή κυριολεκτικά αυτό είναι κάτι που το αφήνω στη δική σας επιλογή…

Comments: Post a Comment



<< Home

This page is powered by Blogger. Isn't yours?